Η ανακοίνωση από την κυβέρνηση για το υπερπλεόνασμα του 2024 προκάλεσε σοκ στην κοινωνία και ειδικά στον επιχειρηματικό κόσμο. Ο κοινός νους κατανοεί ότι τα 6,5 δις ευρώ επιπλέον φόροι που εισπράχθηκαν το 2024 αφαιρέθηκαν από την αγορά σε μια περίοδο όπου σχεδόν το σύνολο των εκπροσώπων των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων αναδεικνύουν τα σοβαρά προβλήματα που έχει η αγορά, ειδικά στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση από την πλευρά της, με ιδιαίτερο πάθος, ισχυρίστηκε ότι όλο το επιπλέον αποτέλεσμα ήτανε από τη σύλληψη της φοροδιαφυγής και όχι από νέους φόρους. Μάλιστα ακούσαμε πάρα πολλές φορές ότι η κυβέρνηση έχει μειώσει 72 φόρους, ένα επιχείρημα που υποστηρίζει την άποψη της αύξησης του υπερπλεονάσματος από τη σύλληψη της φοροδιαφυγής. Είναι όμως έτσι;
Αυτό που η αγορά κατανοεί είναι ότι πραγματικά γίνονται βήματα για τη σύλληψη της φοροδιαφυγής με την εφαρμογή διαφόρων συστημάτων από την ΑΑΔΕ. Όμως επίσης η αγορά κατανοεί ότι δεν είναι αλήθεια ότι το σοκαριστικό υπερπλεόνασμα προέρχεται μόνο από την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Όλοι καταλαβαίνουμε, δεν χρειάζεται και μεγάλη φιλοσοφία, ότι οι τιμές πολλών προϊόντων και υπηρεσιών είναι αδικαιολόγητα υψηλές. Σχεδόν σε κάθε σχετική αγορά που είναι αναγκαία για τον καταναλωτή 3-5 εταιρείες ελέγχουν την αγορά και παρατηρούμε καρτελικές συμπεριφορές σε πολλές από αυτές τις αγορές. Με απλά λόγια οι εταιρείες, σε συνεννόηση μεταξύ τους, διατηρούν υψηλά τις τιμές, υπό την ανοχή της Επιτροπής Ανταγωνισμού και άλλων κρατικών οργανισμών. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα έσοδα από το ΦΠΑ που εισπράττει η κυβέρνηση να είναι αδικαιολόγητα αυξημένα και να συμβάλλουν στο υπερπλεόνασμα.
Από τη μια πλευρά λοιπόν έρχεται η κυβέρνηση και λέει μειώνω κάποιους φόρους αλλά από την άλλη πλευρά με την πολιτική της επιτρέπει την υπερχρέωση των καταναλωτών και των επιχειρήσεων από τα καρτέλ, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο τα δικά της έσοδα. Ένας καλόπιστος θα ισχυριστεί ότι δεν φταίει η κυβέρνηση που υπάρχουν καρτέλ καθώς κάνει ότι μπορεί για να τα συλλάβει. Αυτό όμως δεν είναι αλήθεια. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι μονίμως υποστελεχωμένη και αυτό αποτελεί κυβερνητική απόφαση. Το νομοθετικό καθεστώς που ισχύει σήμερα διευκολύνει απεριόριστα τις εταιρείες που θέλουν να στήσουν καρτέλ καθώς γνωρίζουν ότι, με βάση το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (Ν3959/2011) και ιδιαίτερα με τη διαδικασία διευθέτησης διαφορών ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ακόμα και όταν συλληφθούν για την η παράνομη σύμπραξη που θα κάνουν με τους ανταγωνιστές τους θα πληρώσουν ένα ελάχιστο ποσοστό από τα παράνομα κέρδη ως πρόστιμο και δεν θα έχουν καμία ποινική, αστική και διοικητική ευθύνη.
Επειδή αυτό το πλαίσιο οφείλεται 100% σε κυβερνητικές αποφάσεις και οδηγεί σε αυξημένες τιμές των προϊόντων, άρα σε αυξημένους έμμεσους φόρους που καταβάλλουν οι καταναλωτές και επιχειρήσεις, είναι προφανές ότι είναι κυβερνητική πολιτική από τη μια πλευρά να μειώνει ορισμένους άμεσους φόρους και από την άλλη πλευρά να αφήνει ανεξέλεγκτη την αγορά ώστε να αυξάνει το εισόδημα των κρατικών ταμείων από τους έμμεσους φόρους.
Επιπλέον σε αυτά υπάρχει και η υπόθεση της ενέργειας η οποία έχει εξωφρενικές τιμές στην Ελλάδα, εξωφρενικές τιμές που στηρίζονται στις πολιτικές που έχει η κυβέρνηση και ειδικά στο χρηματιστήριο ενέργειας αλλά και στον τρόπο υπολογισμού των τιμών. Δηλαδή με κυβερνητική πολιτική διατηρούνται οι τιμές ψηλά οδηγώντας και τα έσοδα από το ΦΠΑ, δηλαδή τους έμμεσους φόρους που καταβάλλει ο πολίτης και η επιχείρηση, να είναι ιδιαίτερα αυξημένα.
Άρα το επιχείρημα ότι οι φόροι μειώνονται στην Ελλάδα είναι απολύτως ψευδές. Το σοκαριστικό υπερπλεόνασμα του 2024 οφείλεται στην φορομπηχτική πολιτική της κυβέρνησης η οποία εξοντώνει το εισόδημα των Ελλήνων καταναλωτών αλλά και των επιχειρήσεων.
Γιώργος Φλωράς
Εκδότης ΚΛΑΔΙΚΑ ΝΕΑ
